Ομιλία Κώστα Σκανδαλίδη ως Ειδικός Αγορητής στο  Νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών «Μισθολόγιο και ζητήματα ανθρώπινου δυναμικού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».

Με βάση τη συλλογιστική που η Κυβέρνηση νομοθετεί, προφανώς δεν θα υπήρχε σύγκλιση, γιατί πιστεύω ότι υπάρχουν ευρύτερες και στρατηγικού τύπου διαφορές στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη διοίκηση και την πορεία σήμερα του κράτους γενικότερα και του τρόπου διακυβέρνησης. Ίσως γιατί έγινε από το ΣΥΡΙΖΑ το πρώτο λάθος βήμα της ανακήρυξης της ΑΑΔΕ σε Ανεξάρτητη Αρχή, να είναι πιο εύκολο να συγκλίνετε. Εγώ πιστεύω ότι δεν υπάρχει πεδίο σύγκλισης.

Κύριε Πρόεδρε, τις επόμενες λίγες ώρες θα διεξέλθουμε ένα νομοσχέδιο που το περιεχόμενό του θα έπρεπε να απασχολήσει τη Βουλή για περισσότερες συνεδριάσεις και, μάλιστα, επί της ουσίας. Δεν είναι μόνο το ότι μια ολόκληρη διοικητική αντίληψη περνάει σε ένα νομοσχέδιο μέσα από μια διαδικασία ολίγων ωρών. Είναι και γιατί έχουν κατατεθεί και τρεις τροπολογίες από την Κυβέρνηση, οι οποίες απαιτούσαν μια τελείως ξεχωριστή συζήτηση. Θέματα, όπως η θεσμοθέτηση ενός θεσμού διαχείρισης της οικογενειακής περιουσίας, όπως οι προσωρινές συντάξεις και οι επεμβάσεις στο συνταξιοδοτικό, όπως μια νέα παρέμβαση μετά τις τόσες παρεμβάσεις που έγιναν στον αθλητισμό, είναι θέματα που δεν μπορούν να συζητηθούν στις επόμενες τρεις, τέσσερις ώρες, πέντε ώρες, έξι ώρες, επτά ώρες, όσο θα διαρκέσει η σημερινή συζήτηση. Πιστεύω ότι είναι προσβολή στην κοινοβουλευτική διαδικασία και δείχνει και μια αδιανόητη βιασύνη, γιατί, ουσιαστικά, μας αποκλείετε από το στοιχειώδες δικαίωμα να μπορούμε να μιλήσουμε πάνω σε τόσο σοβαρά θέματα.

Εν πάση περιπτώσει, τουλάχιστον ο Υπουργός Εργασίας θα μπορούσε να έρθει σήμερα εδώ και να μας αναλύσει την τροπολογία που κατέθεσε για το συνταξιοδοτικό. Να έρθει, όμως, στην αρχή, τώρα, για να ξέρουμε τι συζητάμε και τι μας καλείτε να ψηφίσουμε. Είναι μία στοιχειώδης υποχρέωση.

Εγώ επαναλαμβάνω -και ίσως γίνομαι μονότονος- ότι δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί αυτή η κοινοβουλευτική πρακτική.

Κύριοι συνάδελφοι, νομίζω ότι η συζήτηση που έγινε στην Επιτροπή, ήταν πολύ αποκαλυπτική. Όλες οι συνεδριάσεις. Κάθε συνεδρίαση είχε τη δική της σημασία. Υπήρχε ένας Υπουργός που άκουσε όλα τα κόμματα εμπεριστατωμένα να του θέτουν ζητήματα, υπήρξαν οι φορείς που όλοι ομοθυμαδόν απορρίπτουν το νομοσχέδιο -όλοι!- ενώ κερδίζουν και κάποιοι οικονομικά από αυτή τη διαδικασία.

Παρακολουθήσαμε τον μονόλογο ενός διοικητή, ο οποίος εμφανίστηκε εδώ σαν βεζίρης, απαξιώντας να μας απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση του κάναμε, περιέγραψε το μοντέλο του κι έφυγε. Και έρχεται σήμερα η Κυβέρνηση, χωρίς να αλλάξει ούτε κεραία από το νομοσχέδιο, και μας καλεί να το ξανασυζητήσουμε και να το ψηφίσουμε.

Εγώ πιστεύω ότι το επιτελικό κράτος, που με τόσο πάθος υπερασπίζεστε, επιβάλλει σε όλα τα νομοσχέδια την ίδια διαδικασία. Δεν αλλάζει ούτε νι ούτε σίγμα από αυτά που κατεβάζουμε στη Βουλή. Να τα ψηφίσουμε, να τελειώνουμε, να μπούμε σε μια καινούργια εποχή. Έτσι η χώρα δεν μπαίνει σε καινούργια εποχή με κανέναν τρόπο, διότι δεν προσβάλλει απλά την κοινοβουλευτική διαδικασία, αλλά αποκλείει τη δυνατότητα συναινέσεων και αποκλείει ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα οι λύσεις που προτείνονται να είναι εφικτές, αποτελεσματικές, ρεαλιστικές, για να δώσουν απαντήσεις στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα.

Συζητάμε λοιπόν σήμερα, κύριοι συνάδελφοι, για το μισθολόγιο και τα ζητήματα που αφορούν την εξέλιξη του ανθρώπινου δυναμικού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Θεσπίζεται ένα νέο σύστημα αποδοχών, το οποίο νομοθετεί το σύστημα υπολογισμού του βασικού μισθού βάσει της κατηγορίας εκπαίδευσης των υπαλλήλων και των ετών υπηρεσίας και τα επιδόματα τέκνων, απομακρυσμένων παραμεθορίων περιοχών και επιδόματα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, όπως προβλέπονται από το μισθολόγιο του δημόσιου τομέα.  Στο δεύτερο κεφάλαιο υιοθετούνται αλλαγές στο σύστημα επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων και στο σύστημα υπηρεσιακής εξέλιξης του προσωπικού της ΑΑΔΕ.

Εδώ τώρα θα κάνω σε αυτό το γενικό πλαίσιο μερικές παρατηρήσεις πάνω σε ξεχωριστά ζητήματα κριτικής. Το πρώτο πεδίο είναι το θεσμικό. Κατά την άποψή μας, κύριε Υπουργέ, το νομοσχέδιο αυτό είναι μια ζωντανή απόδειξη ότι το τρίτο μνημόνιο του ΣΥΡΙΖΑ και οι δεσμεύσεις της μεταμνημονιακή εποπτείας, τις οποίες συνομολόγησε, ζουν και βασιλεύουν και σήμερα. Τότε τις επέβαλε η Κυβέρνηση. Βασιλεύουν και σήμερα γιατί η Νέα Δημοκρατία τις έχει αναγάγει σε εργαλεία επιβολής των ιδεολογικών εμμονών της.

Η μετατροπή της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων σε Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων ήταν μια επιλογή που η παράταξή μας απέρριψε εξαρχής, πόσω μάλλον όταν στο εποπτικό της συμβούλιο τοποθετείται εμπειρογνώμονας τοποτηρητής επιλεγμένος από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Μπορούσε τότε να διαπραγματευτεί η χώρα και να μην υπάρχει καν αυτό.

Το δεύτερο στοιχείο αφορά το πολιτικό. Το μισθολόγιο του ΣΥΡΙΖΑ το είχατε  καταψηφίσει ως κόμμα, όταν ήρθε την πρώτη φορά. Το σύστημα καθορισμού του βασικού μισθού με τον ν. 4354/2015 το είχατε απορρίψει καθολικά. Τώρα ως κυβέρνηση το επανανομοθετείτε ως βασικό μισθολόγιο της Ανεξάρτητης Αρχής. Νομίζω ότι αυτές οι αλλαγές απαιτούσαν μια εξήγηση. Τι άλλαξε από τότε που καταψηφίζατε τον νόμο που σήμερα ουσιαστικά έρχεστε να εφαρμόσετε;

Το τρίτο ζήτημα κριτικής στο νομοσχέδιο είναι το διοικητικό. Εδώ θα μου επιτρέψετε μια πολύ μικρή αναδρομή. Τις παλαιότερες εποχές, αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, τη δεκαετία του ’80 και μετά, υπήρχε μια αντίληψη ότι υπήρχαν τεράστιες αδικίες στον τρόπο που θεσμοθετούνται οι μισθοί στους δημοσίους υπαλλήλους, γιατί έφταναν σε μεγάλες ανισότητες. Θυμάμαι μια εποχή που η καθαρίστρια, για παράδειγμα, του Υπουργείου Οικονομικών έπαιρνε περισσότερα χρήματα από έναν διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας ή του Υπουργείου Εσωτερικών. Tότε η βασική προοδευτική ιδέα ήταν το ενιαίο μισθολόγιο, όπως θυμόσαστε όλοι, και αυτό επιχειρήσαμε να κάνουμε και εμείς και οι άλλες κυβερνήσεις μέσα από μια σειρά νόμους που άλλαζαν τα πράγματα. Νομίζω ότι προσπαθούσαν να τα αλλάξουν προς το καλύτερο.

Η νέα εποχή προφανώς πρέπει να εισάγει την έννοια της παραγωγικότητας, της αποδοτικότητας του δημοσίου. Προφανώς πρέπει να εισάγει την ιδέα μιας διοίκησης που έχει στόχους και θέλει αποτελέσματα. Και προφανώς πρέπει να εισάγει και τη δυνατότητα να αμείβονται με έναν κάποιον τρόπο οι υπάλληλοι, ούτως ώστε να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους. Το ερώτημα είναι πώς αμείβονται οι υπάλληλοι και πώς κρίνεται αυτό και από ποιον κρίνεται.

Και εγώ σας ρωτώ. Είναι δυνατόν σε μια μονάδα που οι υπάλληλοι έχουν τα ίδια προσόντα, τυπικά και ουσιαστικά, να αξιολογούνται με έναν τρόπο διαφορετικό; Θα αξιολογείται η μονάδα για το έργο ή θα αξιολογείται ο κάθε υπάλληλος; Θα του λες δηλαδή του υπαλλήλου «πήγαινε να πάρεις αυτούς τους φόρους ή να διεκδικήσεις από αυτήν την εταιρεία αυτά τα χρήματα για να πάρεις μπόνους»; Αυτό είναι μια λογική που ευνοεί την ουσιαστική αξιολόγηση και δίνει μια δυνατότητα οι επιχειρήσεις, αν θέλετε, η ίδια η δημόσια διοίκηση να έχει μια κοινή αντίληψη και να λειτουργεί συστηματικά και συλλογικά προς τον ίδιο στόχο; Εγώ νομίζω ότι ο στόχος έπρεπε να είναι σε μια μονάδα της διοίκησης και να αμείβονται εξίσου οι υπάλληλοι της μονάδας, με τη λογική ότι κάνουν μια κοινή δουλειά, πετυχαίνουν έναν κοινό στόχο που είναι μετρήσιμος και άρα μπορούν να πάρουν ένα μπόνους.

Δεύτερον, ποιος θα αποφασίζει το μπόνους; Υπάρχει σήμερα στο νομοσχέδιο καμιά οριοθέτηση; Ή αξιολογεί απλά ο διοικητής και αποφασίζει πόσο μπόνους θα πάρει ο κάθε υπάλληλος και άρα εξαρτάται απολύτως από την προσωπική άποψη του διοικητή η ιεράρχηση, η λειτουργία, η ανέλιξη του κάθε υπαλλήλου;

Εδώ είναι ένα τεράστιο θέμα. Απορώ πώς μια κυβέρνηση, η οποία ισχυρίζεται ότι είναι σύγχρονη και χρησιμοποιεί το σύγχρονο μάνατζμεντ και τη σύγχρονη διοικητική επιστήμη, μπορεί να βάζει μια τέτοια ωρολογιακή βόμβα στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης. Είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, που κάθε άλλο παρά μεταρρυθμίζει τη δημόσια διοίκηση.

Και υπάρχει το δημοκρατικό πρόβλημα, που έχει σχέση με το ότι καθιστάτε τον διοικητή της ΑΑΔΕ ως ένα όργανο υπερεξουσίας έναντι των φορολογουμένων, αλλά και των εργαζομένων της Αρχής με ελάχιστη ουσιαστική δημοκρατική λογοδοσία. Εμένα δεν ενδιαφέρουν τόσο τα πρόσωπα που βλέπουμε, με ενδιαφέρει ο θεσμός και οι αρμοδιότητές του. Προφανώς αυτό το πρόσωπο δεν μπορεί να ασκήσει ουσιαστική δημοκρατική πολιτική, άρα και αποτελεσματική πολιτική. Αντίθετα, θα προκαλέσει μεγάλα προβλήματα, όταν φτιάχνει μόνος του τον οργανισμό, όταν φτιάχνει μόνος του το βαθμολόγιο, όταν μπορεί να δίνει το μπόνους όπου αυτός νομίζει, όταν δημιουργεί οικονομικές ανισότητες ανάμεσα στους ίδιους υπαλλήλους των ίδιων προσόντων, όταν διασπά ουσιαστικά και επιβάλλει από τα πάνω έναν διοικητικό μηχανισμό να ασκήσει μια πολιτική αποτελεσματική. Εγώ πιστεύω ότι ένας διασπασμένος διοικητικός μηχανισμός δεν ασκεί αποτελεσματική πολιτική.

Και αν αυτά που λέω τα θεωρείτε θεωρητικά, έπρεπε να ακούσετε -δεν ήσασταν εκεί- όλους τους φορείς, ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα ήταν. Δεν μπορεί όλα τα θέματα να ανάγονται στον δικαιωματισμό, ότι κάποιοι διεκδικούν κάποια δικαιώματα. Αυτοί οι άνθρωποι ήρθαν εκεί με επίγνωση της δουλειάς που κάνουν και του φόβου που είχαν στην εφαρμογή των μισθολογίων, που πολλούς από αυτούς τους συνέφερε να εφαρμοστεί αυτό το μισθολόγιο. Δηλαδή φαινόταν στα λόγια τους ομοθυμαδόν ο κίνδυνος ή μάλλον η βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται να υπάρξει ουσιαστική λειτουργία της διοίκησης κάτω από τους όρους που ο διοικητής αποφάσισε ότι πρέπει να γίνουν τα πράγματα.

Θέλω να επισημάνω ότι εμείς δεν είμαστε απέναντι στην αξιολόγηση των υπαλλήλων. Το έχουμε πει εκατό χιλιάδες φορές. Είμαστε εναντίον της αξιολόγησης με αυθαίρετους ατομικούς στόχους και κυρίως εναντίον της αξιολόγησης με εκφοβισμούς και χωρίς να υπάρχει ένα θεσμικό πλαίσιο που να επιβάλλεται από την Κυβέρνηση και από τις αποφάσεις του Κοινοβουλίου μέσω στο οποίο κινείται μια συλλογιστική αλλαγή στη δημόσια διοίκηση, γιατί αλλαγή στη δημόσια διοίκηση φαντάζομαι ότι θέλετε να κάνετε και εσείς, αλλά να κάνουμε κι εμείς. Αλλά είναι μια σαφής διαφορά αντίληψης, στρατηγικής, νοοτροπίας, μεταρρυθμιστικής δυναμικής, πώς πιστεύουμε ότι μια μεταρρύθμιση μπορεί να είναι καλύτερη και πώς μπορεί να είναι αντιμεταρρύθμιση ή να μην έχει κανένα αποτέλεσμα.

Για την τροπολογία που καταθέσαμε θα μιλήσουμε μετά, δεν χρειάζεται να μιλήσω τώρα. Εκείνο που θέλω να πω είναι ότι θα έπρεπε να γίνει μια σοβαρή και αναγκαία συζήτηση, κύριε Υπουργέ, για το σύστημα κινήτρων στο σύνολο της δημόσιας διοίκησης, τόσο με την ΑΔΕΔΥ, όσο και με το σύνολο της κοινωνίας, για να μπορέσουμε να πάμε σε ένα σύστημα που θα είναι βιώσιμο.

Εμένα με απασχολεί το αύριο, δεν με απασχολεί το χθες, γιατί πολλά πράγματα από αυτά που κάναμε εμείς ήταν λάθος και πολλά πράγματα από αυτά που έγιναν ήταν ημιτελή. Πάντα όμως βάζαμε ένα λιθαράκι πιο πέρα. Ας πάμε από εδώ και πέρα. Το από εδώ και πέρα θα απαιτούσε μια άλλη πολιτική από εσάς, μια άλλου τύπου διακυβέρνηση, που δυστυχώς δεν πιστεύω ότι μπορείτε να κάνετε.


Πηγή: timesnews.gr