• Γράφει ο ΠΕΤΡΟΣ ΓΑΡΓΑΝΗΣ

Στέλλα Σωτήρκου, «Ρωγμή στο Χρόνο»

Κάθε ζωή και μια ξεχωριστή, μοναδική ιστορία. Διανθισμένη συνήθως με επιτεύγματα, πόσο μάλλον μνήμες και παραστάσεις. Συχνά ανεπάντεχη, ενίοτε δε και τραγική. Κατά κανόνα ημιτελής με πλήθος εκκρεμοτήτων, ακόμα και όταν κερδίζει σε χρόνια και σοφία. Κυρίως όταν καλείται να διαχειριστεί την ειρωνεία των αντιφάσεων, δοκιμάζοντας σθένος και αντοχές απροετοίμαστη για τα πρέπει του υπαρξιακού της αγώνα.

Τα εύσημα ανήκουν σε όσους και όσες αρνήθηκαν να παραιτηθούν της αξιοπρέπειάς τους, ακυρώνοντας την άνευ όρων παράδοση στο ερήμην τους μοιραίο. Αντί παθητικά να συναινέσουν, διεύρυναν όρια και ορίζοντες, απελευθερώνοντας σαν έκρηξη, δημιουργική ενέργεια πάθους και λογικής, αναζωογονητικούς χυμούς για τα κύτταρα της ψυχής.

Είναι ανεξαίρετος κανόνας η αντίσταση. Επιτακτική ανάγκη ως βασική προϋπόθεση της συνέχειας, της εξέλιξης, της ίδιας της επιβίωσης. Ο καθένας υποχρεούται να αμφισβητεί, όσο επώδυνη ή μάταιη δείχνει η αντιπαράθεση με τους εισβολείς της καθημερινότητάς του. Τόσο βίαιη ώστε να απελαύνει το ελάχιστο που του παραχωρείται, δήθεν μεγαλόθυμα, σαν φθηνή ελεημοσύνη. Όμως καμία αξιοπρέπεια δεν δωρίζεται, κανένα δικαίωμα δεν παραχωρείται. Κερδίζεται θρυμματίζοντας με πάθος τους λίθους του αναπόφευκτου.

Τέσσερις γυναίκες, φτιαγμένες από ανθεκτικά, πολύτιμα υλικά. Ευαίσθητες αλλά και στιβαρές. Μπολιασμένες με πείσμα και πολύ κουράγιο. Διεκπεραιώνουν τις ζωές τους συνθηκολογώντας, δίχως όμως να υποτάσσονται. Ανταποκρίνονται πηγαία στο κάθε κάλεσμα της φύσης τους ανακατεύοντας τις στοίβες των επιθυμιών τους. Ανοίγουν φωτεινές ρωγμές ραγίζοντας το πηχτό σκοτάδι της εσωστρέφειας. Δεν αγνοούν τον εαυτό τους, ούτε τον αποστρέφονται. Μονάχα τον υπερβαίνουν απομακρύνοντας τον ζοφερό μανδύα του συμβιβασμού.

Καθεμιά τους μοναδική, σαν εξαίρεση. Όμως τόσο ίδιοι, πανομοιότυποι οι τρόποι τους, οδηγούν φυγόκεντρα τις ιστορίες τους να τέμνονται καθώς ολοκληρώνονται. Παράλληλοι οι κύκλοι τους και όμως σφιχτά δεμένοι μεταξύ τους σαν σε αλυσίδα, ακόμα και όταν μοιάζει να χαλαρώνει, να σπάει ο δεσμός. Όσο κι αν θολώνουν οι μνήμες, έλκει στις ρίζες σαν μαγνήτης το παρελθόν.

Ένα όνομα, μία ουσία, για τέσσερις υπάρξεις μοιρασμένες στον χρόνο. Δεν συναντιούνται. Κινούνται παράλληλα όπως ωριμάζουν. Εξελίσσονται, μάχονται παραδίδοντας ασυναίσθητα τη σκυτάλη η μια στην άλλη σε μια αδιάκοπτη πορεία. Δεν διαπραγματεύονται, ούτε αναθεωρούν. Υπομένουν, έτοιμες να απασφαλίσουν το παροπλισμένο θυμικό τους. Καθεμιά τους ενώπιον ενός άλλου, διαφορετικού, ακραίου κόσμου. Προκλητικού, συνάμα εχθρικού. Σε αυτούς τους παράλληλους στον χρόνο κόσμους γνωρίζουν την αγάπη. Κοστολογούν με ακρίβεια την τιμή του κάθε πράγματος. Εκτιμούν τη φιλία, κερδίζουν την ελευθερία, επιδιώκουν την ειρήνη. Επιστρέφουν ότι αποκτούν, σαν υποχρέωση ή σαν επιθυμία. Πάνω απ’ όλα σαν ανάγκη.

Η γυναίκα, είναι η μητέρα της ζωής. Χάρισμα και ευθύνη. Δώρο και υποχρέωση. Γι αυτό και τόσο δυνατή, αδάμαστη, όταν της στερούν το πάθος. Πάντα όμορφη, ευγενική. Τρυφερή και ανυπόμονη.

Η νουβέλα ταξιδεύει τον αναγνώστη χωρίς να τον παρασύρει σε ατελέσφορες περιπλανήσεις. Δεσμεύει την προσοχή του. Δεν την απαιτεί. Τον σέβεται χωρίς να τον φοβάται. Όπως σέβεται και αγαπά τις ηρωίδες δίχως να τις προστατεύει. Τις συμπαραστέκεται όμως, εμβαθύνοντας στη μοναξιά τους. Είναι μοναχικές, όχι μόνες. Πρέπει όμως μόνες τους να επιλέξουν.

Να βρουν συμμάχους, να ενδώσουν στον έρωτα, να συνοδοιπόρους. Να σεβαστούν τον εαυτό τους, να φανούν αντάξιες, να αντισταθούν στον ζόφο. Να μη διστάσουν, να μην παραιτηθούν. Πλάσματα υπέροχα που δεν τους λείπει το θράσος και η αποκοτιά. Για αυτό και τόσο όμορφα και ποθητά.


Πηγή: timesnews.gr