«Ευτυχώς»
Ποίημα του Οδυσσέα Διαμάντη

Βγαίνουμε έξω σαν σκυλιά δεσποζόμενα

Μάσκες φορώντας όμοιες με φίμωτρα.

Σκέφτομαι πώς κρύβοντ’ έτσι τα πρόσωπα

Μύτες και μάγουλα, χείλη, για τα πρόστιμα;

Πώς ν’ ανασάνω χωρίς να νιώθω πνιγμό

Μόνο στην ιδέα πως μέσα στο πλήθος

Όπως τρέχει να προλάβει σαν το τρελό

Μήπως στη βιασύνη δε σ’ αναγνωρίσω.

Ξάφνου συνέρχομαι κι αμέσως σκέφτομαι

Κάποτε, ευτυχώς, τελειώνει ο τρόμος

Κάποτε, ευτυχώς, τελειώνει το κράτος

Όπως όλα τα έκτακτα πάνε κι έρχονται

Έχουμε, ευτυχώς, ακόμη τα μάτια ανοιχτά

Δεν μας τα έχουν δέσει, σε βλέπω και με βλέπεις.

Τα σώματα, ευτυχώς, και τα μάτια δεν ξεχνούν

Οι άνθρωποι, ευτυχώς, δεν παύουν ν’ αγαπούν

Να κάνουν σχέδια για το πώς θέλουνε να ζήσουν

Χωρίς εγκρίσεις να ζητούν παρά μόνο τη δική τους.

Έχουμε, ευτυχώς, ακόμη τα μάτια ανοιχτά

Δεν μας τα έχουν δέσει, σε βλέπω και με βλέπεις

Μπορώ να πιστεύω ότι όλα είναι δυνατά.


Πηγή: timesnews.gr