• Γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης

Η ταινία μικρού μήκους της Ελένης Μολφέτα, «Νεκύδαλλο», είναι η πτυχιακή της από τη Σχολή Σταυράκου. Ήδη είναι διαθέσιμη στο διαδίκτυο, σε ελεύθερη προβολή στο κοινό, και, τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές την έχουν δει 930 άτομα. Το περίβλημα του νεκρού, το κουκούλι που τον περιβάλλει και, μέσα σε αυτό, μεταμορφώνεται, όπως η πεταλούδα, είναι μία αδιευκρίνιστη εικόνα που δίνει μία πρώτη έννοια σε αυτή την πολύ καλή ταινία, πίσω όμως από αυτή υπάρχουν έννοιες που μπορούν να μας απασχολήσουν πολύ.

Είναι καταπληκτικό πως μία ταινία 9΄ μπορεί να εκκινήσει θέματα για τα οποία μπορείς να μιλάς ώρες ολόκληρες. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει στον κινηματογράφο, είναι όμως από τις λίγες καλές στιγμές της σύγχρονης ελληνικής κινηματογραφίας. Σε αυτό το σημείωμα θα ανοίξουμε κάποια από αυτά τα θέματα.

Η πλοκή της ταινίας εξελίσσεται σε ένα σκοτεινό χώρο, βρώμικο, υγρό και υπόγειο. Μία γυναίκα βλέπουμε να βασανίζεται από κάτι, να παλεύει με τους δαίμονές της. Ένα φως οριοθετεί τις κινήσεις της. Η αφήγηση ξεδιπλώνεται στο χώρο που οριοθετεί το σώμα και το φως. Το συναίσθημα και οι αφηγηματικοί ιστοί θα αναπτυχθούν μέσα από αυτές τις κινήσεις και τις καταστάσεις που δημιουργούν, χωρίς να έχει προσδιοριστεί κάτι, από την αρχή της αφηγηματικής ροής. Ο θεατής θα πρέπει να ξεδιαλύνει  το γρίφο για να καταλάβει τι γίνεται. Αυτό όμως είναι το θέμα, να καταλάβουμε τι γίνεται, ακριβώς ή περίπου; Φυσικά και όχι, θα μας πει η ταινία, στην εξέλιξη της αφήγησή της.

Το μεγάλο στοίχημα είναι να το βιώσουμε. Αυτό που βλέπουμε είναι ένα τραύμα, φυσικά στο ψυχικό τομέα. Θα πρέπει να δούμε δύο παραμέτρους, το χώρο και το χρόνο. Η ταινία, αριστοτεχνικά, μπερδεύει τους χώρους και τους χρόνους. Δημιουργεί έτσι ένα «μπέρδεμα», αυτό που θα βάλει στο θεατή την αμφιβολία: Για ποιο θέμα μιλάμε, πότε; Μία ερώτηση που θα απαντηθεί δύσκολα. Ουσιαστικά, τα αφηγηματικά κενά είναι μία πρόκληση στο θεατή να τα «γεμίσει» φτιάχνοντας τη δική του αφήγηση, έχοντας γίνει συνδημιουργός στην ταινία που συνεχώς μεταλλάσσεται, όπως ακριβώς μία πεταλούδα, με τη μόνη διαφορά ότι αυτή η ταινία δεν πεθαίνει όπως η πεταλούδα.

Ας προσπαθήσουμε να ξετυλίξουμε αυτό το κουβάρι, καταθέτοντας τη δική μας άποψη.

Έχουμε ένα χώρο που το βλέπουμε αποσπασματικά. Ένα υπόγειο χώρο κάπου. Ένα σιδερένιο ρόλο απαγορεύει την είσοδο και την έξοδο. Μέσα σε αυτόν βρίσκεται μία νεαρή γυναίκα. Άλλοτε κινείται στο χώρο, άλλοτε σπαρταρά από τον πόνο και άλλοτε μένει ακίνητη, σα νεκρή. Πολλές φορές το σώμα της έχει εμβρυακή θέση. Με έναν φακό ψάχνει κάτι να βρει. Σε ένα βρώμικο χώρο είναι ξαπλωμένη και υποφέρει. Τα ρούχα της είναι ματωμένα. Κάποτε κοιμάται σε ένα ράφι. Στο τέλος θα τα καταφέρει να βγει από αυτόν.

Έχουμε και το χρόνο. Και εδώ το «μπέρδεμα» είναι μεγάλο. Πότε αυτή η γυναίκα ψάχνει κάτι, πότε είναι σε άθλια κατάσταση. Η αρχή με το τέλος και οι ενδιάμεσες σεκάνς μπερδεύονται. Ένας άντρας, νεαρός, μπαίνει στο χώρο και, στη συνέχεια, δε θα τον ξαναδούμε.

Αυτό το «μπέρδεμα» μας δείχνει ότι δεν έχουμε να κάνουμε με μία κλασική αφήγηση. Τότε; Θα πρέπει να πάρουμε την αφήγηση από την αρχή. Ίσως αξίζει τον κόπο.

Η γυναίκα βρίσκεται σε αυτό το χώρο. Ο άντρας κατεβαίνει, αλλά δε φτάνει να τη συναντήσει. Αυτός ο χώρος μας θυμίζει τη μήτρα και το νερό το υγρό που κρατά το νεογνό σε μία ασφάλεια και σε μία απόλαυση  επειδή κανονίζει τη ζωή του μόνο του. Εδώ όμως δεν έχουμε ούτε το ένα ούτε το άλλο. Κάνοντας μία ανάλυση χαρακτήρων θα βρούμε, με τη βοήθεια της ψυχανάλυσης, ότι αυτή η γυναίκα βιώνει ένα τραύμα. Δεν μπορούμε όμως να ξέρουμε ποιο είναι ακριβώς αυτό το τραύμα. Για αυτό που είμαστε σίγουροι είναι ότι το ψυχικό τραύμα παίρνει τη μορφή και του σωματικού. Ίσως η σωματική κακοποίηση είναι μία μορφή της ψυχικής.

Ο άντρας εμφανίζεται και σε πολύ λίγο χρόνο εξαφανίζεται. Καταλαβαίνουμε ότι αυτή η απώλεια ακολουθεί μία διαδρομή, από τη ψυχή προς το σώμα, σωματοποιείται και εμφανίζεται ως ένα τραύμα που είναι ανοικτό και δεν έχει επουλωθεί. Η μήτρα είναι ανεπαρκής στο να της προσφέρει αυτή την απόλαυση και την ασφάλεια που έχει ανάγκη το παιδί για να δομήσει την ταυτότητά του, μέσα από την πρόσληψη και την κατανόηση της πραγματικότητας, με το δικό του τρόπο.

Παρόλα αυτά, προσπαθεί να βρει τι έχει γίνει, να βάλει τα κομμάτια σε μία σειρά, τα κομμάτια της. Το νερό προσπαθεί να την αγιάσει, αλλά τα καταφέρνει μέχρι ενός βαθμού. Το μικρό ρυάκι που κάνει το νερό είναι, συμβολικά, η γέννηση, νέα γέννηση ενός άλλου ανθρώπου που προσπαθεί να ιαθεί. Ο ψυχικός πόνος προσπαθεί, μέσω της σωματικότητας, να βρει διέξοδο στην αποβολή των μολυσματικών στοιχείων, μέσω του εμετού.

Θα φτάσουμε σε ένα σημείο που ο νέος άνθρωπος ανακτά τις δυνάμεις του, καταφέρνει να ανοίξει το σιδερένιο ρόλο, να σκίσει τη μήτρα, να βγει στον πραγματικό κόσμο, χωρίς να έχει βρει λύση στην προσωπική του τραγωδία. Λούζεται από το φως, κοιτά προς τα πάνω, ψάχνει να βρει, στον ουρανό, τον πατέρα, μία πράξη τόσο συμβολική όσο και ουσιαστική. Ο πατέρας έχει πεθάνει. Είναι ένα γεγονός που τη στοιχειώνει, το αποδέχεται, αλλά δεν μπορεί να βρει την ηρεμία της ψυχής της, να φτιάξει τον κόσμο της που, με την αρμονική δομή, θα μπορέσει να δομήσει τον ψυχικό του κόσμο και να αντιληφθεί την πραγματικότητα, έτσι ώστε να μπορεί να γνωρίσει την απόλαυση και να ζήσει μέσα στην ασφάλεια, δηλαδή να βιώσει, μέσα από τη μήτρα, τη γέννησή της. Η γέννηση που μόλις έγινε έχει στοιχεία και του θανάτου.

Η ταινία χωρίς λόγια, μία μόνο λέξη ακούγεται, «Πατέρα», μας μεταφέρει σε έναν κόσμο που, σε κάποια σημεία, μοιάζει με το δικό μας. Καλούμαστε να συμπληρώσουμε τα κενά, με την ελπίδα να βρούμε τη λύση στο δικό μας τραγικό κόσμο. Εννέα μόνο λεπτά που θα περιγράψουν, με ελλειπτικό τρόπο, τη γέννα και το θάνατο, τη νέα γέννα, την απελπισία. Μία ταινία που θα κρατήσουμε για καιρό στη μνήμη μας. Θα την ξαναδούμε και, τότε, θα τη διαβάσουμε με άλλο τρόπο. Το κείμενό της μεταλλάσσεται σαν την πεταλούδα αλλά δεν πεθαίνει.

ΝΕΚΥΔΑΛΛΟ

  • Σκηνοθεσία: Ελένη Μολφέτα
  • Σενάριο: Ελένη Μολφέτα
  • Φωτογραφία: Νίκος Καρούζος
  • Μοντάζ: Χρήστος Γιαννακόπουλος
  • Μουσική: Δάφνη Φαραζή
  • Ήχος: Χήστος Παππάς
  • Χρωματική επεξεργασία: Χρήστος Γιαννακόπουλος
  • Σκηνογραφία: Ελένη Μολφέτα, Βασιλίνα Κουλιού, Τζο Καπράλου
  • Ενδυματολογία: Θάλεια Σάκαλη
  • Μακιγιαζ: Εύη Ράπτη
  • Σχεδιασμός ήχου: Χρήστος Σακελλαρίου, Γιώργος Ραμαντάνης
  • Παραγωγοί: Ελένη Μολφέτα, Ηρώ Αδρακτά
  • Παίζουν: Κατερίνα Σπύρου
  • Χώρα παραγωγής: Ελλάδα
  • Γλώσσα: ελληνικά
  • Είδος: τραγωδία
  • Έτος παραγωγής: 2018
  • Διάρκεια: 6΄.

Περισσότερα στοιχεία για συντελεστές και τεχνικές λεπτομέρειες πηγαίνετε εδώ.

Την ταινία μπορείτε να τη δείτε εδώ

Πρώτη δημοσίευση: www.filmandtheater.gr

The following two tabs change content below.

Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960. Σπούδασε χημεία και φωτογραφία στην ΑΚΤΟ. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές κινηματογράφου. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποίο ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ κ.ά. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV. Ήταν υπεύθυνος για διαδικτυακούς τόπους Ίδρυσε και διευθύνει τους διαδικτυακούς τόπους www.filmandtheater.gr και το www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου κ.ά. Είναι ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ «Στιγμή απολιθωμένη».


Πηγή: timesnews.gr