ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ

Χινοπωριάτικοι καιροί

Χινοπωριάτικοι καιροί… Μουντοί ουρνοί, ψιχάλα
μονότονοι σαν των παιδιών το κλάμα, νεκρωμένοι
δρόμοι, θλιμμένοι εσπερινοί που αχολογάν κι εκείνο
το μούχρωμα που μέσα μας και γύρω κατεβαίνει!

Χινοπωριάτικοι καιροί… Στα σκοτεινά τα σπίτι
τα γέρικα τα έπιπλα μυρίζουν μουχλιασμένα,
και κάποιο ρίγος που γλιστρά παντού και κάνει τ’ άνθια
στα βάζα να φυλλορροούν αθόρυβα, σβησμένα…

Χινοπωριάτικοι καιροί… Ρολόγια που χτυπάνε
τις μάταιες ώρες ξαφνικά στην παγερή ησυχία,
ενώ λαγγεύουν οι ψυχές και η χλομή Ανί,
σαν τον βραχνάν απάνω μας γερμένη, την καρδιά μας
με τη χρυσή μα σουβλερή της Νοσταλγίας βελόνη,
αγάλια κι αδιάφορα τρυπώντας, – τη ματώνει.

Περαστικές

Γυναῖκες, ποὺ σᾶς εἶδα σ᾿ ἕνα τραῖνο
τὴ στιγμὴ ποὺ εκινοῦσε γι᾿ ἄλλα μέρη,
γυναῖκες ποὺ σᾶς εἶδα σ᾿ ἄλλου χέρι
μὲ γέλιο νὰ περνᾶτε εὐτυχισμένο·
γυναῖκες, σὲ μπαλκόνια, νὰ κοιτᾶτε
στὸ κενὸ μ᾿ ἕνα βλέμμα ξεχασμένο
ἢ ἀπὸ ἕνα πλοῖο σαλπαρισμένο
μ᾿ ἕνα μαντήλι ἀργὰ νὰ χαιρετᾶτε:
νὰ ξέρατε μὲ πόση νοσταλγία,
στὰ δειλινὰ τὰ βροχερὰ καὶ κρύα,
σᾶς ξαναφέρνω στὴν ἀνάμνησή μου,
ω εσάς, ποὺ επεράσατε μιαν ὥρα
ἀπ᾿ τη ζωή μου μέσα, καὶ ποὺ τώρα
στὰ ξένα έχετε πάρει τὴν ψυχή μου!

Ταξίδι στα Κύθηρα

Τ᾿ ωραίο καράβι έτοιμο στο χαρωπὸ λιμάνι,
γιορταστικὰ με γιασεμιὰ και ρόδα στολισμένο,
με τις παντιέρες του αλαφριὲς στην ανοιξιάτικη αύρα
και τ᾿ Όνειρό μας στο χρυσὸ πηδάλιο καθισμένο,

μας πήρε για τα Κύθηρα, τα θρυλικά, όπου μέσα
σε δέντρα και λούλουδα και γάργαρα νερὰ
υψώνεται ο μαρμάρινος ναὸς για τη λατρεία
της Αφροδίτης – του έρωτα τη θριαμβικὴ θεά.

Μα το ταξίδι ήταν μακρὺ κ᾿ η χειμωνιὰ μας βρήκε!…
Οι φανταχτερὲς κι αἀνάλαφρες παντιέρες μουσκευτήκαν,
τα χρώματα ξεβάψανε και τ᾿ άνθη εμαραθήκαν

και, κάπου απὸ τους ἄξενους τους ουρανούς, ο πλοίο
απόμεινε ακυβέρνητο στο κύμα τ᾿ αφρισμένο
με το φτωχό μας Όνειρο στην πρύμνη πεθαμένο.

Η αγάπη

Α! Τι ωφελείι να καρτεράς όρθιος στην πόρτα του σπιτιού
και με τα μάτια στους νεκροὺς τους δρόμους στυλωμένα·
αν είναι να ῾ρθει, θε να᾿ ρθει, δίχως να νιώσεις απὸ πού,
και πίσω σου πλησιάζοντας με βήματα σβησμένα.

Θε να σου κλείσει απαλά, με τ᾿ ἄσπρα χέρια της τὰ δυό,
τα μάτια που κουράστηκαν στους δρόμους να κοιτάνε,
κι όταν γελώντας να της πεις θα σε ρωτήσει: «ποια είμ᾿ εγώ;»
απ᾿ της καρδιᾶς το σκίρτημα θα καταλάβεις ποια ῾ναι.

Δεν ωφελεί να καρτεράς… Αν είναι να ῾ρθει, θε να ῾ρθει.
Κλειστὰ όλα να ῾ναι, θα τη δεις άξαφνα μπρος σου να βρεθεί
κι ανοίγοντας τα μπράτσα της πρώτη θα σ᾿ αγκαλιάσει.

Ειδέ, κι αν έχεις φωτεινό, το σπίτι για να τη δεχθείς,
και σαν φανεί τρέξεις σ᾿ αυτήν, κι εμπρὸς στα πόδια της συρθείς,
αν είναι να ῾ρθει, θε να ῾ρθει, – αλλιώς θα προσπεράσει.

ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ (1890-1953). Ο Κώστας Ουράνης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και το πραγματικό του όνομα ήταν Κώστας Νέαρχος. Ο πατέρας του Νικόλαος Νέαρχος καταγόταν από την Κυνουρία και η μητέρα του Αγελική το γένος Γιαννούση από το Λεωνίδιο Αρκαδίας, όπου ο Ουράνης πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Στη συνέχεια φοίτησε στο Γυμνάσιο του Ναυπλίου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Κωνσταντινούπολη (Ροβέρτειος Σχολή και Λύκειο Χατζηχρήστου). Το 1908 ήρθε στην Αθήνα και συνεργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα με την Ακρόπολη του Βλάση Γαβριηλίδη. Έφυγε για σπουδές στην Ευρώπη, προτίμησε όμως την κοσμοπολίτικη ζωή, μπήκε στους κύκλους των μποέμ και προσβλήθηκε από φυματίωση. Νοσηλεύτηκε δυο χρόνια στην Ελβετία σε σανατόριο του Νταβός. Εκεί γνώρισε την πρώτη του γυναίκα Μανουέλα Σαντιάγκο από την Πορτογαλία, με την οποία χώρισε αργότερα και γύρω στο 1930 παντρεύτηκε την Ελένη Νεγρεπόντη, συγγραφέα και κριτικό της λογοτεχνίας, γνωστή με το ψευδώνυμο Άλκης Θρύλος. Το 1920 διορίστηκε γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Λισαβόνα και επέστρεψε τέσσερα χρόνια αργότερα στην Αθήνα, όπου άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος (διευθυντής στον Ελεύθερο Λόγο, συνεργάτης στο Νουμά, τη Δάφνη, τον Καλλιτέχνη, τα Γράμματα (Αλεξάνδρειας), τη Νέα Ζωή (Αλεξάνδρειας), τη Μούσα, το Ελεύθερο Βήμα, τον Ελεύθερο Λόγο, τον Εθνικό Κήρυκα της Αμερικής κ.α. ). Ταξίδεψε πολύ, όμως η κατάσταση της υγείας του που δεν αποκαταστάθηκε ποτέ και επιδεινώθηκε μετά τη γερμανική κατοχή τον ανάγκασε να περιοριστεί στην Αθήνα. Πέθανε το 1953 από καρδιακή προσβολή στο σανατόριο Παπανικολάου. Η αγάπη του Κώστα Ουράνη για τη λογοτεχνία χρονολογείται από τη νεανική ηλικία του. Μαθητής ακόμα στη Ροβέρτειο Σχολή έγραψε ένα ποίημα για την καταστροφή της Αγχιάλου και το 1908 εμφανίστηκε στις στήλες του περιοδικού Ελλάς. Η επίσημη εμφάνιση του όμως στο χώρο της λογοτεχνίας σημειώθηκε το 1909, όταν δημοσίευσε τη νεανική ποιητική συλλογή του Σαν Όνειρα, την οποία αποκήρυξε αργότερα, θεωρώντας ως πρώτη δημιουργία του τη συλλογή Spleen, που τύπωσε το 1912. Ακολούθησαν οι Νοσταλγίες (1920) και οι Αποδημίες, ποιήματα που δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά και εφημερίδες, και συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά μετά το θάνατο του ποιητή στην έκδοση Ποιήματα του 1953. Ασχολήθηκε επίσης με την πεζογραφία (Αχιλλεύς Παράσχος), την ταξιδιωτική λογοτεχνία (Sol y sombra, Σινά, το θεοβάδιστον Όρος, Γλαυκοί δρόμοι , Ταξίδια στην Ελλάδα και άλλα), το χρονογράφημα, τη συνέντευξη, ενώ εξέδωσε επίσης την κριτική μελέτη Κάρολος Μπωντλαίρ (1918). Ο Ουράνης τοποθετείται ανάμεσα στους λεγόμενους παρακμιακούς ή νεορομαντικούς έλληνες ποιητές του Μεσοπολέμου (Καρυωτάκης, Άγρας, Λαπαθιώτης, Κλέων Παράσχος και άλλοι) και καθοριστική ήταν η επίδραση που δέχτηκε από το Μπωντλαίρ. Το έργο του χαρακτηρίζεται από έντονες συμβολιστικές επιρροές με κυρίαρχο τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, το μελαγχολικό τόνο, το αίσθημα της ανεκπλήρωτης ευτυχίας, της νοσταλγίας, της πλήξης και τη διάθεση φυγής, η οποία όμως υπονομεύεται από μια ρεμβαστική νωχελικότητα.

1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κώστα Ουράνη βλ. Άγρας Τέλλος, «Ουράνης Κώστας», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια19. Αθήνα, Πυρσός, 1932, Αργυρίου Αλεξ., «Ουράνης Κώστας», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό8. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Κούσουλας Λουκάς, «Κώστας Ουράνης», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Στ΄, σ.316-363. Αθήνα, Σοκόλης, 1993 και Σταμέλος Δημήτρης, «Ουράνης Κώστας», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας11. Αθήνα, Χάρη – Πάτση, χ.χ. (Πηγή: www.ekebi.gr)


Πηγή: timesnews.gr