Ε.Π. ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΣ

Συγγραφέας άλλης κλίμακας

ΑΣ ΑΦΗΣΟΥΜΕ για μια στιγμή την ποιότητα (θα μιλήσουμε και γι’ αυτήν παρακάτω) και ας κοιτάξουμε την ποσότητα, τον όγκο της συγγραφικής παραγωγής του και τον πλούτο του περιεχομένου που χαρακτηρίζει το έργο του. Και θα αναγνωρίσουμε, εάν μείνουμε ανεπηρέαστοι από εκείνους που και όταν ζούσε και ιδίως αφότου έφυγε από τον κόσμο, του αμφισβήτησαν όλες όχι μόνο τις λογοτεχχνικές αλλά και τις κοινές ανθρώπινες αρετές -θα αναγνωρίσουμε ότι ο Νίκος Καζαντζάκης υπήρξε ένας εκπληκτικός συγγραφέας με ανάστημα που ξεπερνάει τα κοινά μέτρα. Όπως υπήρξε για όσους τον εγνώρισαν από κοντά και τον αναστράφηκαν ένας υψηλόφρων και αγαπητός άνθρωπος.

Οι τόμοι των έργων του αριθμούνται κατά δεκάδες. Και ανήκουν σε όλα τα είδη του λόγου: Ποίηση, Θέατρο, Δοκίμια, Ταξίδια, Μυθιστόρημα, Απομνημονεύματα. Άρχισε τη “δουλειά”, την αδιάκοπη και καταπονητική, από πολύ νέος και τη συνέχισε με την ίδια ένταση έως τα γεράματα και μέσα στην αδυσώπητη αρρώστια που τον έστειλε στον τάφο. Τέρας εργατικότητας, που δεν γνώρισε, δεν χάρηκε την ανάπαυση. Και η αποδημητική μανία του, άλλος οίστρος κι αυτή. Η συγγραφή και το ταξίδι ήταν τα δυο μεγάλα πάθη του. Δεν τον χωρούσε ο κόσμος -και της σκέψης και της γης η οικουμένη. Τριγυρνούσε στις θρησκείες, στις φιλοσοφίες, στις γλώσσες, στις λογοτεχνίες όλων των εθνικών χρωμάτων, όπως και στις Χώρες της Δύσης και της Ανατολής, χωρίς ησυχία, άπληστος, διψασμένος για γνώσεις και εμπειρίες, και έτοιμος πάντα να εγκαταλείψει τα αποκτημένα, συμπάθειες, ιδέες, δόγματα, για να ριχτεί σε νέες διανοητικές περιπέτειες. Πολύπλαγκτος Οδυσσέας του πνεύματος, αχόρταγη ψυχή, θριαμβευτής για μια στιγμή και έπειτα πάλι ναυαγός κι απελπισμένος.

Είπαν το έργο του άνισο. Του καταλόγισαν πολυπραγμοσύνη και περισσολογία. Δούλευε -γράψανε γι’ αυτόν- με το μυαλό, όχι με την καρδιά. “Τα γραπτά του μύριζαν το λάδι του λυχναριού του” (όπως έλεγαν οι εχθροί του αρχαίου Δημοσθένη για τους λόγους του) κτλ. κτλ. Ένας συγγραφέας όμως αυτής της κλίμακας αξιολογείται όχι απλώς από την πέννα των “δύσκολων” κριτικών του, αλλά από την απήχηση που έχει το έργο του στη μεγάλη μάζα του αναγνωστικού Κοινού. Και ο Καζαντζάκης, αν δεν έπεισε μερικούς (όχι πάντοτε αμερόληπτους) ομότεχνους της πατρίδας του, πέρασε τα σύνορά της, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και κέρδισε την παγκοσμιότητα που δεν τη γνώρισαν πολλοί άλλοι Νεοέλληνες συγγραφείς -έστω και αν τη μεγάλη φήμη του την κατέκτησε όχι με το καλύτερο μέρος του έργου του παρά με τα μυθιστορήματά του που δεν έχουν την ίδια αξία με τα ποιητικά του κείμενα και με την πρόζα των ‘Ταξιδιών” και της “Αναφοράς στον Γκρέκο”. Κάτι έχει, κάτι πρέπει να έχει μέσα του αυτό το πολύτροπο έργο για να συγκινεί ένα διεθνές αναγνωστικό Κοινό που δεν το διαβάζει μάλιστα στη γλώσσα του πρωτοτύπου, αυτή την πλούσια και ρωμαλέα γλώσσα του Καζαντζάκη. Τούτο θα έπρεπε να αναζητήσουν και να αναδείξουν οι κριτικοί του,  αντί να μετρούν τα κείμενά του με τα δικά τους μέτρα, για να τα βρουν λειψά.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ολόκληρη η πνευματική παραγωγή του Καζαντζάκη δεν έχει την ίδια ποιότητα. Λ.χ. στους 33333 στίχους της “Οδύσσειας” κι ο πιο καλοπροαίρετος αναγνώστης θα βρει σημεία αδύνατα, κάμψη της φαντασίας και χαλάρωση του ύφους. Και στο “Θέατρό” του θα ιδεί να εμφανίζεται σε αλλεπάλληλες ενσαρκώσεις πανομοιότυπος ο ίδιος ήρωας, είτε Οδυσσέας λέγεται και Χριστός, είτε Κολόμβος και Καποδίστριας -στη θεατρική πινακοθήκη του Καζαντζάκη δεν υπάρχουν πολλά πορτραίτα. Ας είμαστε όμως δίκαιοι: στην παγκόσμια Λογοτεχνία μπορούμε να ονομάσουμε ένα έστω δημιουργό (ακόμα και από τους μεγαλύτερους) με πλούσια παραγωγή και χωρίς “ατυχίες”; Δεν έχει δοθεί στον άνθρωπο η τελειότητα. Είναι μεγάλη εύνοια για ένα συγγραφέα να μείνουν λίγες μόνο σελίδες του στη μνήμη της Ιστορίας. Από τον Καζαντζάκη θα μείνουν πολλές.

Εκείνο που έχει να σημειώσει η Γραμματολογία μας όταν θα μνημονεύει και θα σχολιάζει το έργο του είναι πρώτα ότι αυτός ο Κρητικός με την αετήσια ματιά ανήκει στην (ολιγάριθμη) κατηγορία των λογοτεχνών που αντίκρισαν τον κόσμο και τη ζωή με μια βαθιά φιλοσοφική διάθεση προικισμένοι καθώς ήσαν με μεταφυσική -θα την έλεγα- φλέβα. Αυτοί οι λιγοστοί στη σφαίρα μας τεχνίτες του “ωραίου λόγου”, είτε την ποιητική λύρα κρούουν, είτε γράφουν ταξιδιωτικές εντυπώσεις, σκηνές για θέατρο ή εξομολογήσεις, φέρονται πάντοτε προς το απροχώρητο και ο νους τους ανιχνεύει με πάθος ακοίμητο την “τέταρτη” διάσταση των πραγμάτων, το σκοτεινό βάθος της ύπαρξης. Όποιος ξέρει να τους διαβάσει θα βρει μέσα στα κείμενά τους μιαν ολόκληρη”φιλοσοφία”, εμπειρίες και στοχασμούς που δεν έχουμε συνηθίσει να τους αναζητούμε και να τους ανακαλύπτουμε σε λογοτεχνικές σελίδες. Αν κάποτε ο Καζαντζάκης γίνεται απρόσιτος ή αιφνιδιάζει τον αναγνώστη με τις απότομες ταλαντώσεις της “οπτικής” γραμμής του, αυτό οφείλεται στους δικούς του διανοητικούς κλυδωνισμούς, στις θύελλες του πνεύματός του. Ένας ποιητής διαρκώς βυθισμένος σε σκέψεις σκοτεινές, ένας λόγιος αυτοτιμωρούμενος με τις “μυστικές” εξάρσεις και καταθλίψεις του δεν είναι -ομολογώ- καθόλου ευχάριστος, και πολύ συχνά ανασαίνουμε με ανακούφιση όταν κλείνουμε τα βιβλία του. Πώς να κάνουμε όμως; Στης Τέχνης το βασίλειο οι δημιουργοί νομοθετούν, όχι εμείς. Στα μέτρα τους θα πάμε μεις (αν θέλουμε να χαρούμε το έργο τους), όχι εκείνοι στα δικά μας

Καταλόγισε άλλοτε η κριτική στον Καζαντζάκη ότι δεν είναι “ελληνικός”, ότι ούτε στους οραματισμούς ούτε στο ύφος του έχει την απλότητα και τη διαύγεια της παράδοσης και του ουρανού μας, ότι δεν ριζώνει μέσα στο χώρο και στη μοίρα του “ελληνισμού”, ότι είναι ένας απόκοσμος, ασιάτης ασκητής που εμίσησε τη ζωή, ξένος στο “λογικό” και “εύθυμο” κλίμα μας. Μπορεί. Ας θυμηθούμε ότι απαντώντας στο σχόλιο ο ίδιος ονόμασε τη ματιά του “κρητικιά”, όχι ελληνική, και περηφανεύτηκε για της γενέθλιας γης του τα “παράλογα” χαρίσματα. Μπορεί λοιπόν να μην είναι “ελληνικός” με το νόημα που δίνουν ή υπαινίσσονται στη λέξη οι επικριτές του. Έχει όμως -όπως έγραψα άλλοτε- τόσο καθολικότερα ανθρώπινο περιεχόμενο το έργο του, ο ανθρώπινος τύπος που προβάλλεται μέσα στα βιβλία του (ο “Οδυσσέας”) είναι ηθικά και πνευματικά τόσο υπερήφανα, σκληρά και ακατάδεχτα ηρωικός, που όχι μόνο να ζημιωθεί δεν έχει, αλλά ίσα-ίσα θα κερδίσει από ένα τέτοιο έργο η “ελληνική” μας παιδεία.

Καιρός -νομίζω- ν’ απαλλαγούμε κ’ εμείς στην Ελλάδα από τον αυτάρεσκο “επαρχιωτισμό” που άλλοτε παραμέριζε στο περιθώριο της πνευματικής ζωής του πολιτισμένου κόσμου τα Γράμματά μας. Το ελληνικό όνομα έχει ήδη διαβεί τα σύνορά μας και ακούγεται παντού. (Θυμάμαι που είδα στη βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου στο Πεκίνο βιβλία του Καζαντζάκη μεταφρασμένα στη ρωσική). Η κατάκτηση αυτή, που δεν είναι καθόλου μικρή όταν συλλογιστεί κανείς ότι τη γλώσσα μας τη διαβάζουν ελάχιστα εκατομμύρια ανθρώπων στη γη, έγινε και θα εξακολουθήσει να απλώνεται μόνο με συγγραφείς που μπορούν να αισθάνονται, να σκέπτονται και να μιλούν με άνεση σε όλα τα γεωγραφικά και τα πολιτιστικά πλάτη της υφηλίου. Αυτή τη universalitas (αρετή όχι μόνο διανοητική αλλά και ηθική) την είχε σε εντυπωσιακό βαθμό ο Καζαντζάκης. Θα μπορούσαμε (με αυτό το μέτρο σύγκρισης) να βάλουμε πολλούς νεοέλληνες συγγραφείς κοντά του;

  • Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τεύχος 1211, Αθήναι, Χριστούγεννα 1977

Πηγή: timesnews.gr